Τσολιάς 1
Ελλάδα χωρά τιμημένη
και στους αιώνες δοξασμένη
πέρασες μπόρες αμέτρητες
πολέμους σφαγές και απειλές
με μεγάλο πόνο στην καρδιά
έβλεπες όλα τα παιδιά σου
να πολεμούν αντρειωμένα
σε λόγγους και σε λαγκαδιές.
Άντεξες μάνα στοργική
κρύβοντας τον πόνο στην ψυχή!
Ελλάδα
Για δεστε πως κατάντησα
στα μαύρα φορεμένη
και τετρακόσια ολόκληρα
χρόνια αλυσοδεμένη.
Τα ορφανά μου τα παιδιά
σε ποιους γιαλούς γυρίζουν,
πώς ζούνε και ανατρέφονται
χωρίς να με γνωρίζουν.
Σε ξένους σέρνονται γιαλούς
και σε σκλαβιάς λιμάνια
μ’ αφήνουν μόνη και έρημη
να τρέχω στα σκοτάδια
Τσολιάς2
Μάνα γλυκιά μανούλα μου,
δεν είσαι μοναχή σου!
Πέτα τα μαύρα που φορείς
να λάμψει η μορφή σου.
Σπάσε τις αλυσίδες σου
που τετρακόσια χρόνια
σου μάτωναν τα χέρια σου
χωρίς καμιά συμπόνια.
Κοίτα μια κόρη έρχεται
να μείνει πια κοντά σου
αυτή που χρόνια λαχταράς
να γίνει η Λευτεριά σου.
Ελευθερία
(μπαίνει τρέχοντας κρατώντας σπαθί)
Ποια είναι αυτή που βογγά
και λευτεριά φωνάζει
κι είναι η φωνή της βροντερή
που κι ουρανούς σκεπάζει;
Ελλάδα μου ολόγλυκια
περάσαν τόσα χρόνια
που έφυγα μα γύρισα
μαζί με χελιδόνια.
Τα ανοιξιάτικα πουλιά
με πήραν στα φτερά τους
και μ έφεραν μανούλα μου
στο γλυκοπέταγμά τους.
Δόξα
(μπαίνει κρατώντας στεφάνια)
Κι όμως δεν ήρθες μοναχή
και η Δόξα αντρειωμένη
μέσα απ΄το αίμα, τον καπνό
εβγήκε λυτρωμένη.
Και πέταξα Ελλάδα μου
να ρθω στην αγκαλιά
σου να στεφανώσω τα άφταστα
και ηρωικά παιδιά σου.
Ελλάδα αθάνατη γλυκιά
φιλώ το μέτωπό σου
σε στεφανώνω με μυρτιές
για τον ηρωισμό σου!
Τσολιάς 3
Ολόγλυκια Ελλάδα μου
κράτησε την καρδιά σου
τώρα θα δεις να έρχονται
τα διαλεχτά παιδιά σου,
αυτά που πολεμήσανε
σε λόγκους και βουνά
και φέρνουνε στα πόδια σου
αυτή τη Λευτεριά.
Στην Άγια Λαύρα υψώθηκαν
τα πρώτα λάβαρά μας
και ΛΕΥΤΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ
ήταν το σύνθημά μας!
Κολοκοτρώνης
Με λένε Γέρο του Μοριά
Και γέρασα στ αλήθεια
Μα κάτω από τ άσπρα μου μαλλιά
Έκρυβα μες στα στήθια
Την πίστη για τη λευτεριά
Τη δόγα, την ελπίδα
Πως θα μια στην αγκάλη σου
Μεγάλη μου πατρίδα
Κολοκοτρώνης είμαι εγώ
με τα άσπρο άλογό μου
φόβος και τρόμος έγινα
στον άσπονδο εχθρό μου.
(κρατά σάλπιγγα, φωνάζει και έρχονται οι ήρωες
και ηρωίδες)
Διάκος
Για δες καιρό που διάλεξε
ο Χάρος να με πάρει
τώρα που ανθίζουν τα κλαδιά
και βγάζει η Γης χορτάρι
Θανάσης Διάκος είμαι
εγώ κι εκεί στην Αλαμάνα
το έχυσα το αίμα μου
για σε γλυκιά μου Ελλάδα
Ανδρούτσος
Ανδρούτσος λέγομαι εγώ
στο χάνι της Γραβιάς
καινούρια μέρα έφερα
ημέρα Λευτεριάς.
Δερβίσης πήγαινε μπροστά
καβάλα στο άλογό του
μα εγώ το χάνι το κανα
τάφο παντοτινό του.
Και σαν η νύχτα απλώθηκε
στο χέρι με σπαθί
πέρασα μέσα από τον εχθρό
με πίστη αληθινή.
Για τον θάνατο του Διάκου
πήρα εκδίκηση εκεί
κι εμπόδισα με πείσμα
την εχθρική ορμή!
Μπουμπουλίνα
Στις θάλασσες μεγάλωσα
με λένε Λασκαρίνα
μα στον αγώνα έγινα
γενναία Μπουμπουλίνα.
Μ΄αυτά μου τα πυρπολικά
τον θάνατο σκορπούσα
και στις καρδιές το μήνυμα
της λευτεριάς ξυπνούσα.
Και άλλα παιδιά της θάλασσας
Μαζί μου αντρειωμένα
πολέμησαν με μια ψυχή
και γίναν ξακουσμένα.
Κανάρης
Πυρπολητή με κράζουνε
με λένε όμως Κανάρη
είμαι των Ψαρών εγώ παιδί
των ψαριανών καμάρι.
Με τα μικρά πυρπολικά
τον τρόμο προξενούσα
και στα καράβια της Τουρκιάς(του εχθρού)
τον θάνατο σκορπούσα.
Την τουρκική αρμάδα εγώ
τίναξα στον αέρα
τον άπιστο Καρά Αλί
και όλη του την παρέα.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΙΑΟΥΛΗΣ
Καραβοκύρης τολμηρός,
της Ύδρας το καμάρι,
Ανδρέας Μιαούλης είν'το όνομά μου,
γνωστός για την εξυπνάδα
μα και για την λεβεντιά μου
Με τα ηρωικά μου παλικάρια,
στον Γέροντα πολεμήσαμε
και τον εχθρό νίκησαμε.
Σε σπετσιώτικα, υδραίικα και ψαριανά
καράβια,
παλέψαμε όλοι μαζί
με μια ψυχή με μια φωνή
και τα πυρπολικά εδώσαν στον εχθρό
χαριστική βολή.
Δέσπω
Αχός βαρύς ακούγεται
στου Δημουλά τα αλώνια
η Δέσπω κάνει πόλεμο
με νύφες και μ εγγόνια.
Αρβανιτιά μας πλάκωσε
μα εγώ δεν τη φοβάμαι
η Δέσπω αφέντες λιάπηδες
δεν έκανε, δεν κάνει.
Τα άρματα δεν τα ρίχνουμε
κι ας τούρκεψε το Σούλι.
Λεύτερη εγώ γεννήθηκα.
Λεύτερη θα πεθάνω!
Φεραίος
Ως πότε παλληκάρια,
θα ζούμε στα στενά
Μονάχοι σαν λιοντάρια,
στις ράχες στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμε,
να βλέπουμε κλαδιά
Να φεύγουμε απ' τον
κόσμο,
για την πικρή σκλαβιά;
Καλύτερα
μιας ώρας ελεύθερη ζωή
Παρά σαράντα χρόνους,
σκλαβιά
και φυλακή.
Είμαι ο Ρήγας Φεραίος
και ο θούριος μου είναι σπουδαίος,
με τα ποιήματα μου πολεμώ
για την Ελλάδα που αγαπώ.
Με το θούριο
και με άλλα έργα επαναστατικά
ήθελα όλα τα βαλκάνια
να θαρρέψουν στην καρδιά.
Νικηταράς
Εγώ είμαι ο Νικηταράς,
γενναίος και παλικαράς,
με την τρανή μου λεβεντιά
ξεσήκωνα την κλεφτουριά.
Νικηταράς είμαι εγώ
με λένε τουρκοφάγο,
Τούρκος σαν με δει λιγώνει
και το αίμα του παγώνει.
Μες στους κάμπους εγώ κοιμάται
και κανένα δε φοβάμαι
και μέσα στην μέση στην Τριπολιτσά
καταστρέφω τον πασά.
ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ
Είμαι μικρόσωμος κι αδύνατος,
αλλά έξυπνος κι ευκίνητος,
έχω βλέμμα ζωηρό
και στρατηγικό μυαλό.
Είμαι ο Καραϊσκάκης
ο γενναίος στρατηγός
στις ηρωικές τις μάχες
των Ελλήνων ο αρχηγός.
Γύρω τότε από την Αθήνα
και από την Αττική,
μάχη δώσαμε μεγάλη
σε μια κρίσιμη στιγμή.
Άδικο είπαν πως ήταν
που σκοτώθηκα εκεί,
μα η πίστη στην πατρίδα
δικαιώνει την θανή.
ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ
Ιερέας και αγωνιστής
της Πελοποννήσου μαχητής.
Ο Παπαφλέσσας είμαι εγώ,
που ηρωικά πολέμησα
δίχως φόβο και δισταγμό.
Μπροστά εγώ και στο Μανιάκι
τόλμησα εμπόδιο να σταθώ,
στου Ιμπραήμ τον αμέτρητο
και δυνατό στρατό
κι ας το ήξερα πολύ καλά
πως σφοδρά θα νικηθώ.
ΜΑΝΤΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΝΟΥΣ
Είμαι η Μαντώ η Μαυρογένους
και στην αναγέννηση του Γένους
πίστεψα με όλη την ψυχή μου
και πάλεψα με το κορμί μου.
Από την Μύκονο ορμώντας
στον αγώνα τον ιερό
έδειξα την δύναμη μου
στον κατακτητή εχθρό!
Όση περιουσία είχα
την διέθεσα κι αυτή
για να δώσω στην πατρίδα
ό, τι μπορούσα πιο πολύ!
Ελλάδα
Τα λόγια σας
παρηγοριά
στάλαξαν
στην καρδιά μου
και στέρεψαν
στα μάτια μου
τα μαύρα δάκρυά μου.
Ελευθερία
Μάνα που
είχε και έθρεψε
τόσα παιδιά γενναία
θα μείνει
πάντα ιστορική
και πάντοτε
ωραία!
Δόξα
Και γω με τα
στεφάνια μου
τώρα σας στεφανώνω
με την τρανή
μητέρα σας
για πάντα σας ενώνω.
(στεφανώνει όλα τα
παιδιά)