Χτισμένη το 1082 επί Βυζαντινού Αυτοκράτορα Αλεξίου Α΄ Κομνηνού. Το καθολικό της μονής ανήκει στην κατηγορία των μονόχωρων, ξυλόσκεπων
βασιλικών. Στα ανατολικά του ναού η αψίδα είναι ημικυκλική, ενώ στα
δυτικά σχηματίζεται ένας ευρύχωρος νάρθηκας. Οι τοιχογραφίες που διακρίνονται στον ανατολικό τοίχο του καθολικού της
μονής τοποθετούνται στο πρώτο μισό του 12ου αιώνα και η παράσταση της
Δευτέρας Παρουσίας στον ανατολικό και νότιο τοίχο του νάρθηκα, στο τέλος
του. Οι εξωτερικές τοιχογραφίες, που απεικονίζουν Αυτοκράτορες και τους
Αγίους Δημήτριο και Γεώργιο, τοποθετούνται γύρω στο 1260. Κατά τη
διάρκεια των αιώνων έχουν γίνει διάφορες επισκευές στο κτίσμα με
αποτέλεσμα να καταστραφεί μεγάλο μέρος της αγιογράφησης.
http://www.kastoria.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=385&Itemid=361&limit=1&limitstart=2
Τα παιδιά ξεναγούν τους γονείς τους μέσα στο ναό. |
Η Παναγιά έτοιμη να λιποθυμήσει κάτω από το Σταυρό του Μαρτυρίου του Γιου της. |
Μεταγενέστερες τοιχογραφίες, της Κρητικής Σχολής, στο Παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννη. |
Εκλείπει το συναίσθημα στις τοιχογραφίες αυτές. Τα χρωματα είναι πιο φωτεινα. |
Ζωγραφίζουμε Αγιογραφίες |
Λίγα λόγια για την Καστοριά
.ΦΥΣΙΚΗ
ΘΕΣΗ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ
Η Καστοριά είναι χτισμένη ανάμεσα στα
βουνά Βέρνο(βόρεια), Άσκιο (ανατολικά) και Βόιο και Γράμμος(δυτικά).
Ο υδάτινος πλούτος της αποτελείται
από τον πρώτο σε μήκος ποταμό της Ελλάδας, τον Αλιάκμονα, τους παραποτάμους του
και τη λίμνη Ορεστιάδα. Ο Αλιάκμονας και οι παραπόταμοί του δημιουργούν εύφορες
κοιλάδες που καθώς με το ανατολικό οροπέδιο Τοιχιού - Βασιλειάδας και το
οροπέδιο Κορεστίων αποτελούν μεγάλα τμήματα καλλιεργήσιμων εκτάσεων της
περιοχής. Στα δυτικά του νομού , στην περιοχή Γράμμου και στο όρος Βέρνο
υπάρχουν δασικές εκτάσεις οπού συναντώνται πολλά και σπάνια είδη χλωρίδας και
πανίδας.
Παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε λιγοστές μαρτυρίες,
φαίνεται πως οι φυσικές και κλιματολογικές συνθήκες δεν έχουν αλλάξει σημαντικά
με το πέρασμα των αιώνων.
Σ΄αυτό το κλειστό ορεινό περιβάλλον και σ΄αυτές τις
κλιματολογικές συνθήκες , ηπειρωτικό κλίμα με κρύους χειμώνες (κατάλληλους για
ενασχόληση με τη γούνα) αναπτύχθηκε η πόλη της Καστοριάς.[1]
ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
Ο ευρύτερος γεωγραφικός χώρος της Καστοριάς ταυτίζεται
με το χώρο που είναι γνωστός στην αρχαιότητα ως Ορεστίδα (Ορεστία, Ορεστιάδα)
και οφείλει το όνομά του στα όρη, στην ορεινή διαμόρφωση του εδάφους[2].
Κατά τη μυθολογική παράδοση το όνομα της περιοχής
οφείλεται στον Ορέστη , γιο του Αγαμέμνονα, ο οποίος κυνηγημένος από τις
Ερινύες μετά το φόνο της μητέρας του Κλυταιμνήστρας, ήρθε και εγκαταστάθηκε
στην περιοχή μαζί με Αιολείς κατοίκους και έχτισε μια πόλη που την ονόμασε
Άργος Ορεστικό.
Ως κάτοικοι της Ορεστίδας αναφέρονται οι Πελασγοί
Ορέστες (άνδρες ορεινοί, ορεσίβιοι), οι οποίοι πριν έρθουν στην περιοχή
κατοικούσαν βορειότερα στη Λυγκιστίδα και την Πελαγονία.
Η Ορεστίδα, η Λυγκιστίδα, η Πελαγονία και η Ελίμεια
αποτελούσαν κατά την αρχαιότητα την Άνω Μακεδονία[3]. Η
γεωγραφική έκταση της περιοχής δεν ήταν σταθερή στη διάρκεια των αρχαίων
χρόνων. Οι Ορέστες, όπως και τα άλλα μακεδονικά έθνη (Ελιμιώτες, Λυγκηστές,
Εορδαίοι, Πελαγόνες) είχαν δικούς τους βασιλιάδες ως τα χρόνια των περσικών
πολέμων, οπότε και η περιοχή προσαρτήθηκε από τον Αλέξανδρο Α, επονομαζόμενο
και Φιλλέληνα. Ο Φίλιππος Β' και στη συνέχεια ο Μέγας Αλέξανδρος ενσωμάτωσαν
την Άνω Μακεδονία στο κράτος τους. Οι κάτοικοί της όμως, αν και συμμετείχαν
ενεργά στις μεγάλες κατακτήσεις και αισθάνονταν ότι ανήκαν στο μακεδονικό
κράτος διατήρησαν τα εθνικά τους ονόματα (Μακεδών εξ Ορεστίδας, Μακεδόνες
Εορδαίοι) ακόμη και σε μεταγενέστερους χρόνους.[4]
Η πόλη της Καστοριάς
Η πόλη της Καστοριάς είναι χτισμένη από την
αρχαιότητα στο ίδιο σημείο. Ο ρωμαίος ιστορικός Τ. Λίβιος, κατά την περιγραφή
της πορείας των ρωμαϊκών στρατευμάτων με επικεφαλής τον P. Sulpicius Galba στην
περιοχή εναντίον του Φιλίππου Ε'(198 μ.Χ.), αναφέρει ότι στο φυσικό οχυρωμένο αυτό τόπο
είχε χτισθεί η πόλη Κήλητρον ή Κέλετρον[5]. Η
πόλη κατά την παράδοση κτίσθηκε από Αιολείς αποίκους και ήταν πρωτεύουσα του
κράτους των Ορεστών Μακεδόνων. Το όνομα πιθανόν παράγεται από το ρήμα κηλώ που
σημαίνει θέλγω, μια και ήταν χτισμένη σε μια τόσο όμορφη τοποθεσία.[6]
Η Καστοριά αναφέρεται από τον ιστορικό Προκόπιο κατά
το 550μχ ως όνομα λίμνης ,¨Στην περιοχή
της Θεσσαλίας υπήρχε μια πόλη με το όνομα Διοκλητιανούπολις. Η πόλη ενώ στο
παρελθόν ήταν πλούσια με την πάροδο του χρόνου καταστράφηκε από τις επιδρομές
των βαρβάρων και για μεγάλο χρονικό διάστημα είχε μείνει ακατοίκητη. Κοντά της
βρίσκεται η λίμνη Καστοριά και στο μέσο της λίμνης ένα νησί βρέχεται…ο βασιλιάς
Ιουστινιανός χωρίς να λάβει υπόψη την
πρώτη θέση της Διοκλητιανούπολης ,
επειδή ήταν πράγματι πολύ εύκολα προσιτή στους εχθρούς …έχτισε μια πολύ ισχυρή πόλη στο νησί και της έδωσε το όνομά του’¨.[7]
Για την προέλευση του ονόματος υπάρχουν πολλές
εκδοχές. Πιθανότατα η ονομασία προήλθε
από τους κάστορες που ζούσαν στη λίμνη.
Κατά μια άλλη εκδοχή το όνομά της πόλης προέρχεται από το κάστρο, ερμηνεία που
δίνει πρώτη η Άννα Κομνηνή: περί δε τον
τράχηλον και πύργοι και μεσοπύργια ωκοδόμηνται κάστρου δίκην όπερ και Καστορία
ονομάζεται. [8]Είναι
γεγονός πως έτσι αποκαλούνταν συχνά η πόλη κατά τη μεταβυζαντινή
περίοδο(Κώδικές Μητροπόλεως Καστοριάς), αλλά και η ονομασία Καστριώτης συνόδευε
συχνά τους Καστοριανούς.
Σύνδεση του ονόματος έχει γίνει και με το μυθολογικό
Κάστορα, αδερφό του Πολυδεύκη. Σύμφωνα με την τοπική μυθολογία η πόλη χτίσθηκε
το 840πΧ από τον Κάστορα, αφού πήρε χρησμό από το μαντείο των Δελφών, με
σχετική υπόδειξη της τοποθεσίας που θα χτισθεί η πόλη.
Από την πρώτη αναφορά του Προκόπιου ως το 10 αιώνα
επικρατεί ιστορική σιωπή, μια και η πόλη δεν αναφέρεται μ΄αυτό το όνομα σε
καμιά ιστορική πηγή. Υπάρχουν ωστόσο στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη συνέχιση της
ζωής της πόλης. Ήδη από τον 9ο αιώνα υπάρχουν πληροφορίες για
καλλιτεχνική ζωή και οικονομικές δραστηριότητες , οι οποίες συνεχίστηκαν και
κατά τους επόμενους αιώνες.
Ως τέτοια στοιχεία αναφέρονται:
Α) Η εντοιχισμένη πλάκα στο Κουρσούμ τζαμί, το οποίο
κτίστηκε πάνω σε παλαιοχριστινιανικό ναό της Αγ. Παρασκευής.
Β) Το παλαιοχριστιανικό κιονόκρανο στην εκκλησία του
Ταξιάρχη Μητροπόλεως.
Γ) Η σε 12σύλλαβο μέτρο επιγραφή σε τοιχογραφία του
Αγίου Νικολάου,
Δ) Η αναφορά του Κεδρηνού ότι η αυτοκράτειρα
Ειρήνη,σύζυγος του Λέοντα Δ' ,το 780 μ.Χ, επειδή φοβόταν τις εναντίον της
δραστηριότητες του γιου της, του Κωνσταντίνου ΣΤ', ο οποίος τότε ήταν 11
χρονών, εξόρισε τους οπαδούς του-ανάμεσά τους και το Θεόδωρο Καμουλιανό-στην
Καστοριά. Ήδη από τον 9ο μ.Χ. αι. υπάρχουν πληροφορίες για
καλλιτεχνική ζωή και οικονομικές δραστηριότητες, οι οποίες συνεχίστηκαν και
κατά τους επόμενους αιώνες. [9]
Κατά
το 10 αιώνα η πόλη γνώρισε τις επιδρομές των Βουλγάρων(927-969) που εκδιώχθηκαν
από τους Πετσενέγους με προτροπή των Βυζαντινών. Ο τσάρος Σαμουήλ κατά την
επιδρομή του στον Ελλαδικό χώρο κατέλαβε την Καστοριά που ελευθερώθηκε από το
Βασίλειο το Βουλγαροκτόνο το 1018 και έγινε ορμητήριο για τις επόμενες
στρατιωτικές επιχειρήσεις του αυτοκράτορα.[10]
Από το 1082 μέχρι
την άλωση της Πόλης από τους Φράγκους (1204) η Καστοριά βρίσκεται άλλοτε υπό
την κατοχή των Νορμανδών και άλλοτε στα χέρια των Βυζαντινών. Το 1088 μ.Χ η
Καστοριά καταλήφθηκε από τους Νορμανδούς του Βουημούνδου, γιου του Ροβέρτου
Γουισκάρδου, ο οποίος είχε καταλάβει και το Δυρράχιο, μετά τη νίκη του επί του
Αλεξίου Α' Κομνηνού, και αποτέλεσε ορμητήριο τους για τις κατακτήσεις τους στην
Ελλάδα.
Οι
Νορμανδοί όμως δεν έμειναν στην πόλη για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στρατιωτικές
αποτυχίες τους σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, η κακή μισθοδοσία του στρατού
και η αναχώρηση του Βουημούνδου στην Ιταλία επέτρεψαν στον αυτοκράτορα Αλέξιο
Α' Κομνηνό να ανακαταλάβει την πόλη.
Στη συνέχεια Βούλγαροι, Αλβανοί, Έλληνες
Δεσπότες της Ηπείρου, Βυζαντινοί, Σέρβοι και τέλος Τούρκοι γίνονται κυρίαρχοί
της.
ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ
Η πόλη έπεσε στα χέρια των Τούρκων μετά το 1385 κατά
τη διάρκεια της εκστρατείας του Μουράτ Β΄και του Τιμουρτάς Πασά. Αν η
πληροφορία που δίνει ο Εβλιγιά ότι ο Γαζή Εβρενός είναι σωστή , θα πρέπει τότε ο Εβρενός να
είχε πάρει μέρος στην εκστρατεία αυτή επικεφαλής των γαζήδων του[11].
Λίγες είναι οι πληροφορίες για τη ζωή στην πόλη κατά
τα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας. Οι δύσκολες συνθήκες που επέβαλα ο
κατακτητής ανάγκασαν πολλούς κατοίκους να μετακινηθούν για τις δουλειές σε πιο
ασφαλή μέρη, κυρίως στο Μοναστήρι. Αργότερα κάποιοι Καστοριανοί εκπατρίστηκαν
στη Βιέννη, Βουδαπέστη, Λειψία, Παρίσι και αλλού.[12]
Στις αρχές του 15ου μΧ . αιώνα έφθασαν
στην Καστοριά οι πρώτες ομάδες τούρκων πολεμιστών εποίκων [13]. Οι
πρώτες αυτές ομάδες εγκαταστάθηκαν μέσα στην περιτειχισμένη πόλη, αναγκάζοντας
τους χριστιανούς να φύγουν νοτιοανατολικά ,έξω από τα τείχη(σημερινή περιοχή
Ντολτσό, Απόζαρι καθώς και στην ενδιάμεση χερσαία ζώνη της Παναγιάς Ελεούσας)
όπου έχτισαν τις νέες τους κατοικίες.
Στην πόλη εκτός από Έλληνες και Τούρκους ζούσαν και
Εβραίοι, οι οποίοι έφθασαν στην Καστοριά κυνηγημένοι από διάφορα σημεία της
Ευρώπης. Ο χρόνος άφιξής τους στην πόλη δεν έχει προσδιοριστεί ακριβώς. Αυτό
που είναι γνωστό πάντως ,είναι πως οι Εβραίοι εγκαταστάθηκαν στη Οθωμανική
Αυτοκρατορία με άδεια του σουλτάνου Βαγιαζίτ Β΄ και μάλιστα με εγγυήσεις καθώς και ότι δεν θεωρούνταν υπήκοοι αλλά επισκέπτες.[14] Οι
Εβραίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή γύρω από την Ομόνοια, αμέσως μετά τα
ανατολικά τείχη, αγοράζοντας οικόπεδα από τους Έλληνες. Ονόμαζαν την περιοχή
τους Giudecca ή Ghetto, όμως
ήταν περισσότερο γνωστή ως συνοικία Εβραϊδος ή Οβριομαχαλάς[15].
Το 1519 η Καστοριά ήταν φέουδο
(ζεαμέτι), λίγο αργότερα όμως μετατρέπεται σε χάσι (ιδιοκτησία) του σουλτάνου.
Στα μέσα του 17ου αιώνα η Καστοριά ήταν χάσι της αδερφής του
Σουλτάνου Μουράτ Β΄, της Φατιμέ Σουλτάνας. Και εδώ παρατηρείται η συνηθισμένη
εξέλιξη των τιμαριωτικών κτημάτων, τα οποία μετατρέπονται σε κτήματα του
σουλτάνου , ώστε να χρησιμοποιούνται τα έσοδα τους για τις κρατικές ανάγκες και
αργότερα περιέρχονται στους ανθρώπους του περιβάλλοντος του Σουλτάνου[16].
Ο αξιοσημείωτος πλούτος της υπολογίζεται σε 40
φορτώματα άσπρα που αποδίδει. Στην εποχή αυτή , κατά την οποία στην ύπαιθρο της
δυτικής Μακεδονίας επικρατεί αναρχία και ανασφάλεια - συμπτώματα της παθολογίας
της οθωμανικής αυτοκρατορίας του 17ου αιώνα[17]- η Καστοριά παρουσιάζεται ως μια πόλη με
σχετική εσωτερική ασφάλεια , όπου το 1600 δημιουργούνται ευνοϊκές προϋποθέσεις
για την ανάδειξη της σε αστικό κέντρο άξιο λόγου.[18] Η
θέση της που ευνοεί το εμπόριο (βρίσκεται πάνω σε δρόμους επικοινωνίας της
Αδριατικής με την Κωνσταντινούπολη και ήταν κέντρο και κόμβος με πολλές τοπικές
διακλαδώσεις) καθώς και το μεταναστευτικό ρεύμα συντελούν στην πολιτιστική
αφύπνιση και την οικονομική αναβάθμιση των κατοίκων της. Επίσης, η πληθυσμιακή
υπεροχή του χριστιανικού-ελληνικού στοιχείου έναντι του μουσουλμανικού και η
συσπείρωση του γύρω από τη Μητρόπολη αναδεικνύει μια εύρωστη και ασφαλή πόλη.
Η παραδοσιακή αγορά κατά την τουρκοκρατία ήταν
αναπτυγμένη κατά μήκος της σημερινής οδού Μητροπόλεως, με την ονομασία Τσαρσί.
Στην πλατεία Ομονοίας υπήρχε ένα σύμπλεγμα ξυλόπηκτων εβραϊκών μαγαζιών.
Ορισμένα μαγαζιά υπήρχαν και στην πλατεία Ντολτσού. Με το εμπόριο ασχολιόταν
κυρίως οι Έλληνες και οι Εβραίοι και λιγότερο οι Τούρκοι.[19]
Κατά την περίοδο αυτή, οι κάτοικοι ήταν οργανωμένοι
με το κοινοτικό σύστημα σε ξεχωριστές εθνότητες ,τα ονομαζόμενα μιλαέτια. Η
Καστοριά διατήρησε πολλά προνόμια που της επέτρεπαν μια μορφή αυτοδιοίκησης. Ο
Μητροπολίτης ήταν ο ανώτερος άρχοντας της κοινότητας και σε συνεργασία με τους
κληρικούς και τους άρχοντες ,ρύθμιζε τα θέματα των χριστιανών . Στο έργο του
μητροπολίτη δεν επενέβαιναν οι οθωμανικές αρχές. Η πόλη ήταν χωρισμένη σε
ενορίες-συνοικίες. (Ο Εβλιγιά Τσελεμπή αναφέρει 16 ενορίες, ενώ στους κώδικες
της Μητρόπολης (1618) είναι γνωστά τα ονόματα μόνο 6 συνοικιών.)
Οι κάτοικοι των ενοριών εξέλεγαν από 2 αντιπροσώπους,
οι οποίοι συνέρχονταν σε γενική συνέλευση, όπου εκλεγόταν οι 4 επιτροπές για
όλη την κοινότητα, η Δημογεροντία(για κληρονομικά κυρίως θέματα), η Εφορεία
σχολείων(για συντήρηση και εποπτεία των σχολείων), η Εκκλησιαστική (για
εκκλησιαστικά ζητήματα) και η Κτηματική Επιτροπή( για τη διαχείριση της
ακίνητης περιουσίας της κοινότητας.)
Οι επιτροπές συνεδρίαζαν συνήθως κάθε Παρασκευή
απόγευμα στο σκευοφυλάκιο, το οποίο βρισκόταν νότια της Μητρόπολης. Επρόκειτο
για ένα μικρό θολωτό κτίσμα, κατασκευασμένο με λαξευτούς λίθους, όπου
φυλάσσονταν, εκτός από τα πολύτιμα ιερά σκεύη της μητροπόλεως και τα άμφια, οι
εκκλησιαστικοί κώδικες της κοινότητας με δικαστικές πράξεις, διάφορες
αποφάσεις, αντίγραφα επιστολών κ.ά. Υπήρχαν επίσης κώδικες πρακτικών των
επιτροπών, βιβλία λασσών (δωρεών), γάμων, βαπτίσεων, κληρονομιών κ.ά. Το
σκευοφυλάκιο ήταν ασφαλισμένο με τέσσερις κλειδαριές, τα κλειδιά των οποίων
είχαν στην κατοχή τους από ένα οι πρόεδροι των επιτροπών.[20]
Οι κάτοικοι της Καστοριάς ήταν οργανωμένοι σε
επαγγελματικά σωματεία , τα ισνάφια ή συντεχνίες. Υπήρχαν συντεχνίες των
ραφτάδων, των χρυσοχόων, των σαμαράδων. Οι μεγαλύτερες συντεχνίες, όμως, της
πόλης ήταν των ψαράδων[21] και
των γουναράδων , οι οποίες διατηρούσαν ταμείο αλληλοβοήθειας μεταξύ των μελών
καθώς και ταμείο για εισφορές σε κοινωνικούς τομείς και αγαθοεργίες. Ιδιαίτερη
μνεία πρέπει να γίνει στο σημείο αυτό για τους καστοριανούς γουναράδες. Η τέχνη της επεξεργασίας της γούνας στην
Καστοριά ήταν γνωστή από τα Βυζαντινά χρόνια. Για το πώς ξεκίνησε και αναπτύχθηκε
η επεξεργασία της γούνας στην Καστοριά διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις, οι οποίες
θα μπορούσαν να συντεθούν σε τέσσερις βασικές:
Η πρώτη
υποστηρίζει ότι η βιοτεχνία έχει την αρχή της στους βυζαντινούς χρόνους και ότι
οι καστοριανοί έμαθαν την τέχνη από τους βυζαντινούς. Η ανάπτυξη της βιοτεχνίας
δικαιολογείται από τη μεγάλη ζήτηση των γουναρικών από τους βυζαντινούς
άρχοντες της πόλης.
Η δεύτερη άποψη
δέχεται ότι οι Καστοριανοί γνώριζαν την τέχνη από τα πανάρχαια χρόνια ,αφού οι
παλαιότεροι κάτοικοι ασχολούνταν με την επεξεργασία του δέρματος των καστόρων
της λίμνης.
Η Τρίτη άποψη
ισχυρίζεται ότι οι Καστ έμαθαν την επεξεργασία της γούνας από τους
ισπανοεβραίους, όταν αυτοί εγκαταστάθηκαν στην πόλη.
Και η τέταρτη
άποψη θεωρεί ότι η τέχνη αυτή έγινε γνωστή στην Καστοριά από τους τούρκους
τιτλούχους. Συγκεκριμένα , μετά την κατάληψη της Πόλης από τους Οθωμανούς,
πολλοί Καστοριανοί πήγαν στην Κων/πολη κι εκεί έμαθαν την τέχνη. Στην
τουρκοκρατία το επάγγελμα του γουναρά ήταν προσοδοφόρο, γιατί οι Τούρκοι έκαναν
χρήση των γουναρικών , τα οποία θεωρούσαν ως ένδειξη πλούτου.
Για να προμηθεύονται τα γούνινα δέρματα και να
διοχετεύουν τα προϊόντα τους στις αγορές της Ευρώπης , οι Καστοριανοί ταξίδευαν
από νωρίς στην Κων/πολη και σε άλλες πόλεις, όπως Βιέννη, Λειψία, Μόσχα, Βούδα
και Πέστη. Στα μέσα του 17ου αιώνα ο ξενιτεμένος στην
Κωνσταντινούπολη Μάνος Γεωργίου, γνωστός ως Μανωλάκης ο Καστοριανός (1610-1699)
απέκτησε τεράστια περιουσία χάρη στο εμπόριο των γουναρικών και εκλέχθηκε πρόεδρος
της συντεχνίας των γουναράδων.[22] Ο
Μανωλάκης ενίσχυσε τη Μεγάλη του Γένους Σχολή και ίδρυσε σχολεία στις πόλεις
Χίο, Πάτμο, Άρτα και αιτωλικό.
Ο
Τσελεμπή μας δίνει μια πολύτιμη πληροφορία σχετικά με τη δραστηριότητα των
καστοριανών γουναράδων όταν αναφέρει πως ’’ από την Κωνσταντινούπολη κι άλλους
τόπους , ως και από τα χωριά της Μόσκοβας έρχονται τάματα από τους άπιστους
γουνοποιούς για τις εκκλησίες αυτές’’.[23]
Μεγάλη ώθηση στο εμπόριο και στην οικονομική
αναγέννηση του τόπου αποτελούν οι συνθήκες που υπέγραψε η Οθωμανική Αυτοκρατορία
τόσο με την Ιερά Συμμαχία στο Κάρλοβιτς το 1699,[24] όσο
και με την Αυστρία και Βενετία στο Πασάροβιτς το 1718.[25] Οι έμποροι της Καστοριάς είχαν επίσης σχέσεις
με τη Βιέννη, Λειψία, Δρέσδη καθώς και με άλλα μεγάλα εμπορικά κέντρα.[26] Οι
ξενιτεμένοι Καστοριανοί πρωτοστάτησαν τότε στο Διαφωτισμό, έστειλαν στον τόπο
τους χρήματα και ίδρυσαν σχολεία. Ο πλούτος και το κύρος που απέκτησαν με το
εμπόριο , φαίνονται κυρίως στα σπίτια που χτίζουν, τα καστοριανά αρχοντικά.
[1] Δρακοπούλου Ευγ., Η πόλη
της Καστοριάς τη Βυζαντινή και μεταβυζαντινή εποχή(12ος-16ος
αιωνας),σ.13-14
[2] Μακρής Χ. , Η Καστοριά,
σ.25
[3] Στράβων, 7,329: ¨Και δη τα
περί Λύγκον και Πελαγονίαν Και Ορεστιάδα και Ελίμειαν την Άνω Μακεδονίαν
εκάλουν¨
[4] http://www.kastoriacity.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=238&Itemid=462
[5] http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%AC#cite_ref-0
[7] Προκοπίου , Περί Κτισμάτων,σ.255¨πόλιν
εν τη νήσω οχυρωτάτην εδείματο και το όνομα, ως το εικός, άφηκε τη πόλει¨.
[8] Άννα Κομνηνή ΙΙ, 41, 11-13
[9] http://www.kastoriacity.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=240&Itemid=465
[10] Σκυλίτση Ιωαν.
Χρονογραφία, σ.404, ¨ο ίδιος δε αφού ετακτοποίησε τα ζητήματα του Δυρραχίου, της Κολωνειάς και
της Δρυϊνουπόλεως, όπως καλύτερα ενόμιζε κι αφού τοποθέτησε φρουρούς και
στρατηγούς στα θέματα, διέταξε να μείνουν στον τόπο τους όσοι αυτό επιθυμούν…οι
δε υπόλοιποι να τον ακολουθήσουν κι ήλθε στην Καστοριά.
[11] Δημητριάδη Β., Η κεντρική
και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, σ.21-22
[12] Τσαμίσης Π. ,Η Καστοριά
και τα μνημεία της, σελ.34-36
[13] Τσολάκης Π. , Η οικιστική
εξέλιξη της Καστοριάς στη διάρκεια της τουρκοκρατίας 1385-1912,σελ.11
[14] Βακαλόπουλος Απ. ,
Ιστορία της Μακεδονίας, σελ.132
[15]
Τσολάκης Π. ,Η Αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, σελ.73
[16] Δημητριάδη Β., Η κεντρική
και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, σελ.164
[17] Βαακαλόπουλος ,Ιστορία
της Μακεδονίας, σελ. 184-185, 190-197
[18] Παίσίδου Μ. , Οι Τοιχογραφίες του 17ου
αιώνα στους Ναούς της Καστοριάς, σελ.23
[19] Τσολάκης Π. ,Η
Αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, σ.102
[20]ό. π.,σελ107-108
[21] Ο Εβλιγιά Τσελεμπή
άλλωστε δηλώνει πως τα ψάρια της λίμνης μυρίζουν σα μόσχος…ψητά, σούπα ή σε
ταψί είναι νοστιμότατα και ευχάριστα…στη νοστιμιά είναι σα μεδούλι…(σ.174)
[22] Γιομπαλάκης Αθ., «οΟ
Καστοριανός Μανωλάκης», χρονικά Μακεδονικής Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας, 3(1981)37-50
[23] Δημητριάδη Β., Η κεντρική
και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, σελ171
[24] http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%85%CE%BD%CE%B8%CE%AE%CE%BA%CE%B7_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%9A%CE%AC%CF%81%CE%BB%CE%BF%CE%B2%CE%B9%CF%84%CF%82#cite_note-0
[25] http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%85%CE%BD%CE%B8%CE%AE%CE%BA%CE%B7_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%A0%CE%B1%CF%83%CE%AC%CF%81%CE%BF%CE%B2%CE%B9%CF%84%CF%82
[26] Πούκεβιλ , Ταξίδι στην
Ελλάδα Μακεδονία Θεσσαλία, σελ.58
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου